Εκπαιδευτικοί και διαχείριση ανεπιθύμητων συμπεριφορών-Του Θεόδωρου Μπαρή, Προϊσταμένου Επιστημονικής – Παιδαγωγικής Καθοδήγησης Π/θμιας Εκπ/σης Περ/κής Δ/νσης Εκπ/σης Δ. Ελλάδας

Εκπαιδευτικοί και διαχείριση ανεπιθύμητων συμπεριφορών
Απόψεις &Σχόλια

Του Θεόδωρου Μπαρή, Προϊσταμένου Επιστημονικής – Παιδαγωγικής Καθοδήγησης Π/θμιας Εκπ/σης Περ/κής Δ/νσης Εκπ/σης Δ. Ελλάδας

http://www.thebest.gr/news/index/viewStory/456608

Με την έναρξη της σχολικής χρονιάς, συνάδελφοί μου εκπαιδευτικοί, επιτρέψτε μου να υπενθυμίσω κάποιες γνωστές στο σύνολο των εκπαιδευτικών αρχές, με στόχο να διαχειριστούμε περισσότερο αποτελεσματικά ορισμένες ανεπιθύμητες συμπεριφορές των μαθητών μας. Διευκρινίζοντας εκ των προτέρων ότι ως ανεπιθύμητες συμπεριφορές θεωρούμε αυτές τις συμπεριφορές των μαθητών που παρεμποδίζουν τη διαδικασία της διδασκαλίας και της μάθησης.
Ως εκπαιδευτικοί, λοιπόν, πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι:

1.Το πρώτο μας μέλημα είναι η ασφάλεια των μαθητών. Κομβικό σημείο σε αυτό το πεδίο αποτελεί η σχολική πειθαρχία. Ειδικότερα, η θέσπιση κανόνων στο σχολικό περιβάλλον θα πρέπει να απασχολήσει σοβαρά τόσο το Σύλλογο Διδασκόντων του σχολείου όσο και το σύνολο της σχολικής κοινότητας. Οι μαθητές πρέπει να έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο στη διαμόρφωση αυτών των κανόνων, ώστε η τήρησή τους να είναι δεσμευτική για όλους.

2.Όταν οι μαθητές μας δείχνουν να απαξιώνουν το μάθημα που διδάσκουμε, δεν συνεπάγεται ότι απαξιώνουν κι εμάς. Γι? αυτό δεν θα πρέπει να θιγόμαστε. Σε αυτήν την περίπτωση, είναι αναγκαίο να δοκιμάσουμε νέους δημιουργικούς και καινοτόμους τρόπους προσέγγισης του μαθήματος, ώστε να βοηθήσουμε τους μαθητές μας να αντιληφθούν την χρησιμότητά του. Προαπαιτούμενο, βέβαια, είναι να πιστεύει ο ίδιος ο εκπαιδευτικός στην αξία του μαθήματος που διδάσκει.

3.Οι πιο πολλές «δύσκολες» συμπεριφορές των μαθητών έχουν την πηγή τους στην ανασφάλεια που μπορεί να αισθάνεται ο μαθητής και στη χαμηλή αυτοεκτίμησή του. Είναι αναγκαίο λοιπόν ο μαθητής να νιώσει σίγουρος για την αξία του μέσα στο σχολικό πλαίσιο αλλά και γενικότερα στην κοινωνία που ζει. Μόνο τότε θα μπορέσει να αναπτύξει και να εξωτερικεύσει τη δημιουργικότητά του, η οποία είναι έμφυτη σε όλους τους ανθρώπους.

4.Είναι γνωστό ότι μια καλή διδασκαλία χρειάζεται έναν εκπαιδευτικό με ενθουσιασμό, αυτοπεποίθηση, καλή οργάνωση της διδασκαλίας του, που αξιοποιεί ποικίλες διδακτικές μεθόδους και αξιολογεί τους μαθητές του με διαφορετικούς τρόπους. Αυτός ο εκπαιδευτικός χαίρει της εκτίμησης και του σεβασμού των μαθητών, ακόμη και των πλέον αδιάφορων.

5.Εάν δεν μας αρέσει αυτό που κάνουμε, εάν υποφέρουμε στη σκέψη ότι πρέπει να πάμε στο σχολείο, τότε δημιουργούμε τις συνθήκες να αντιμετωπίσουμε εκτός από προβλήματα υγείας και προβλήματα πειθαρχίας. Επιβάλλεται να υιοθετήσουμε τρόπους που θα μας επιτρέψουν να κάνουμε την επαγγελματική μας ζωή ενδιαφέρουσα.

6.Η καλή επικοινωνία του εκπαιδευτικού με το μαθητή δεν επιτυγχάνεται μόνο με τη χρήση του λόγου. Η γλώσσα του σώματος και ο τόνος της φωνής είναι «υπεύθυνα» για το 60% έως και το 90% των μηνυμάτων που λαμβάνονται διαμέσου της επικοινωνίας. Συνεπώς, σε ένα σημαντικό ποσοστό η ανεπιθύμητη συμπεριφορά θα αποφευχθεί εάν απευθυνόμαστε στους μαθητές μας με ενθαρρυντικό τρόπο.

7.Οι επαναλαμβανόμενες συμβουλές και νουθεσίες, οι επικρίσεις και η γκρίνια αποτελούν χαμένο χρόνο και άδικο κόπο. Θεωρείται περισσότερο αποτελεσματική η αθόρυβη δράση. Η εμπλοκή των μαθητών σε μια συντονισμένη συζήτηση μάς αποτρέπει από την κούραση που επιφέρει η άσκοπη φλυαρία και η ηθικολογία. Ταυτόχρονα, οι μαθητές μας καλλιεργούν και αναπτύσσουν τις γλωσσικές τους δεξιότητες, ανταλλάσσουν ιδέες, δημιουργούν, μαθαίνουν να επιχειρηματολογούν και να αναστοχάζονται για τη συμπεριφορά τους, καταστρώνουν σχέδια για την τάξη, με αποτέλεσμα να περιορίζονται σημαντικά οι ανεπιθύμητες συμπεριφορές.

8.Ο θόρυβος των μαθητών δεν αντιμετωπίζεται με «θόρυβο» από τον εκπαιδευτικό. Πρέπει ο εκπαιδευτικός να μπορεί να διαχειρίζεται τον εκνευρισμό του μαλακώνοντας τη φωνή του και στρέφοντας την προσοχή των μαθητών σε θετικές συμπεριφορές, αποφεύγοντας το ενοχλητικό ηθικοπλαστικό «κήρυγμα». Αν διαθέτει καλή αίσθηση του χιούμορ, καλό θα ήταν να μη διστάζει να το χρησιμοποιεί.

9.Οι μαθητές είναι απαραίτητο να γνωρίζουν τις φυσικές και λογικές συνέπειες των πράξεών τους και να τις υφίστανται. Ιδιαίτερα οι λογικές συνέπειες δείχνουν σεβασμό στο παιδί και του δίνουν το περιθώριο να επιλέξει τη συμπεριφορά του. Η τιμωρία δεν λύνει το πρόβλημα, αντιθέτως δημιουργεί συνθήκες αντεκδίκησης και προκαλεί έναν φαύλο κύκλο αρνητικών συμπεριφορών και αντιδράσεων.

10.Μια καλή πρακτική είναι να καθιερωθεί ορισμένη ώρα συζήτησης των προβλημάτων που εμφανίζονται μέσα στην τάξη. Με αυτόν τον τρόπο οι μαθητές μαθαίνουν να σκέφτονται εποικοδομητικά και να διαμεσολαβούν στην επίλυση προβλημάτων με αντικειμενικό τρόπο, ενώ ο εκπαιδευτικός αποφεύγει να εμπλέκεται σε ανώφελες διαμάχες.

11.Η προβληματική συμπεριφορά των μαθητών αποδίδεται, σύμφωνα με τους ερευνητές, σε τέσσερις αιτίες: α) στην επιδίωξη της προσοχής, β) στην επίδειξη δύναμης, γ) στην εκδίκηση και δ) στην αίσθηση ανεπάρκειας. Για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα θα πρέπει να κατανοήσουμε τα αίτια που το προκαλούν και να δράσουμε ανάλογα. Αν για παράδειγμα κάποιος μαθητής προσπαθεί να δείξει μεγαλύτερη δύναμη, τον οδηγούμε να χρησιμοποιήσει τη δύναμή του προκειμένου να βοηθήσει κάποιον συμμαθητή του ή να διοχετεύουμε την ενέργειά του σε δραστηριότητες όπως ο αθλητισμός.

 

12.Στα βιώματα και στο κοινωνικό-οικογενειακό περιβάλλον των μαθητών, που ενδεχομένως ευθύνονται για την ανεπιθύμητη συμπεριφορά, δεν μπορούμε να παρέμβουμε, μπορούμε όμως να ελέγξουμε τι συμβαίνει εντός του σχολείου και μέσα στην τάξη. Συνεπώς, δεν πρέπει να δημιουργούμε καταστάσεις που ενισχύουν τα όποια προβλήματα των παιδιών, αλλά, αντιθέτως θα πρέπει να προσπαθούμε να οικοδομήσουμε, εστιάζοντας στα θετικά στοιχεία τους.

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://aparaske.sites.sch.gr/?p=3936